Εδώ και χρόνια τόσο η επαγγελματική κουζίνα όσο και οι ιδιώτες έχουν στραφεί στη χρήση και κατανάλωση αρωματικών φυτών και βοτάνων. Μια επίσκεψη σε οποιοδήποτε εστιατόριο επιθυμεί να διαφοροποιηθεί από τον μέσο όρο, πείθει εύκολα ότι τα πιάτα με τσιμισούρι και χαρίσα και οι συνταγές με κόλιανδρο και κρόκο Κοζάνης δίνουν και παίρνουν.
Μπορεί όλοι να ξέρουμε για την εξελικτική θεωρία του Δαρβίνου και την –αιρετική για την εποχή- άποψή του για τη «φυσική επιλογή» των ειδών, αλλά πόσοι ξέρουν ότι υπάρχει ένα αρωματικό φυτό στη βόρεια Ελλάδα που το αποκαλούν «Λουλούδι του Δαρβίνου» (Primula Veris- Πρίμουλα της Άνοιξης), έχει γίνει ανάρπαστο διεθνώς και η τιμή του φτάνει τα 50.000 ευρώ το κιλό;
Πρόσφατα στη Βουλή συζητήθηκε το εάν και πώς προστατεύεται η ελληνική χλωρίδα στις παραμεθόριες περιοχές της χώρας στις οποίες παρατηρείται εδώ και χρόνια ένα ανησυχητικό φαινόμενο: «κυνηγοί» βοτάνων από την Ελλάδα και όμορες χώρες επιδίδονται στην -κατά κανόνα παράνομη- συλλογή τεράστιων ποσοτήτων αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών.
Οι μεν εγχώριοι «κυνηγοί» τα εμπορεύονται σε λαϊκές αγορές της ημεδαπής ή τα πωλούν σε χονδρέμπορους, οι δε «επισκέπτες» τα βγάζουν παράνομα από τη χώρα μας (φορτωμένα σε γαϊδουράκια), τα συσκευάζουν και τα εμπορεύονται. Το «Λουλούδι του Δαρβίνου» είναι ένα από τα πιο ελκυστικά… θηράματα, το «αγριογούρουνο» όπως λέγεται των συγκεκριμένων «κυνηγών».
Όπως αναφέρουν διεθνείς πηγές, τα άνθη του συγκεκριμένου λουλουδιού χρησιμοποιούνται ως βρώσιμη διακόσμηση σε σαλάτες και γλυκά αλλά και στην παρασκευή μαρμελάδων και την αρωματική ενίσχυση οινοπνευματωδών ποτών. Τα φύλλα της τρώγονται ως λαχανικό σε ορισμένες μεσογειακές χώρες.
Το πρόβλημα δεν είναι ασφαλώς μόνο οικονομικό, αν και τα διαφυγόντα κέρδη ήταν αρκετά για να φέρουν το θέμα στη Βουλή. Υπάρχει και ζήτημα προστασίας της χλωρίδας και μάλιστα των πιο σπάνιων και αδύναμων τέκνων της από την αλόγιστη συλλογή και την επιθετική ανθρώπινη παρουσία. Τσάι του βουνού, ρίγανη, θυμάρι, πρίμουλα και γεντιανή, είναι μερικά από τα αρωματικά φυτά που εμπορεύονται κατά αυτόν τον τρόπο και τα οποία ακολουθούν τους κανόνες της «προσφοράς & ζήτησης».
Όσο οι κουζίνες κινούνται πέρα από το (γευστικό) μέσο όρο κι όσο οι καταναλωτές, επηρεασμένοι από χίλιες δύο πηγές, αναζητούν το ιδιαίτερο στην καθημερινή διατροφή τους, τα αρωματικά φυτά θα αποκτούν ολοένα και σημαντικότερο γαστριμαργικό ρόλο.
Η αλήθεια είναι ότι είναι δύσκολο να υπολογίσουμε που μπορεί να φτάσει η τιμή τους, μπορούμε όμως να κατανοήσουμε ότι αν κάτι που παράγει με τόση απλότητα και γενναιοδωρία η φύση, μπορεί να εμπορευτεί από τον άνθρωπο στην τιμή των 50.000 ευρώ το κιλό, τότε πρέπει να το προστατεύσουμε από το κυνήγι. Και στη συνέχεια, αν συμφωνούμε, να το βγάλουμε σε μαζική παραγωγή.